Saturday, November 15, 2014

Why do we fast... ( Saint Seraphim of Sarov )



The leader of feats and our Saviour, the Lord Jesus Christ, before setting out on the feat of redeeming the human race, fortified Himself with a lengthy fast. And all ascetics, proceeding to work for the Lord, armed themselves by fasting and did not set out on the path of the Cross without the feat of fasting. They measured the very success of their ascetism by their success in fasting.

Despite their fasting, and to the surprise of others, the holy fathers did not know weakness but always remained hearty, strong and ready for the task at hand. Illnesses were rare among them and their lives were extraordinarily prolonged.

During the time that the body of one fasting becomes thin and light, the spiritual life attains to perfection and reveals itself through miraculous manifestations. The spirit then performs its actions as if in a bodiless body. External feelings are as shut out, and the mind, renouncing the worldly, ascends to the heavenly and becomes completely immersed in the contemplation of the spiritual world. Yet not everyone can take upon himself strict rules of abstinence from everything, nor deprive himself completely of all that serves to relieve infirmities: "He that is able to receive it, let him receive it" (Mt. 19:12).

One should take enough food everyday to strengthen the body, so that it can be a friend and helper to the soul in accomplishing virtues: otherwise it can happen that through the exhaustion of the body the spirit can weaken. On Wednesdays and Fridays, particularly during the four Lenten periods, follow the example of the Fathers and take food once a day — and the Angel of the Lord will affix himself to you

Saint Seraphim of Sarov


http://agapienxristou.blogspot.ca/2014/01/why-do-we-fast-saint-seraphim-of-sarov.html

Το παιδί του διαζυγίου


 

 Ορισμένες φορές οι γονείς, μετά από μία επώδυνη πορεία, φθάνουν στην απόφαση του διαζυγίου. Οι συνθήκες δεν είναι εύκολες για κανένα και κανείς δεν βγαίνει ικανοποιημένος από ένα διαζύγιο.

Όταν οι γονείς φθάνουν σ’ αυτή την απόφαση πρέπει να σκεφτούν τον αντίκτυπο που θα έχει στα παιδιά και πως προτίθενται να τον αντιμετωπίσουν. Το διαζύγιο είναι από τις χειρότερες εμπειρίες στη ζωή ενός παιδιού και το αν θα προκαλέσει ψυχολογικά προβλήματα η όχι εξαρτάται αφ` ενός μεν από την προσωπικότητα του παιδιού και αφ` ετέρου από το χειρισμό των γονέων. Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να προστατεύσουν το παιδί και να το απομακρύνουν από τις συγκρούσεις και τις βίαιες καταστάσεις που πιθανόν υπάρχουν στην οικογένεια.

Η τραυματική εμπειρία του διαζυγίου έχει άμεσα και έμμεσα αποτελέσματα. Τα ψυχολογικά προβλήματα εκδηλώνονται κυρίως όταν το παιδί βρίσκεται στο μέσον της σύγκρουσης, όταν είναι μάρτυρας σε σκηνές εχθρότητας μεταξύ δύο ανθρώπων που αγαπάει και πρέπει να αποφασίσει ποιός από τους δύο έχει δίκιο. Η ψυχική ένταση του παιδιού είναι πολύ μεγάλη όταν αποτελεί μέρος της διαμάχης των δύο εμπόλεμων γονέων και σημείο αναφοράς για τις κατηγορίες, που οι γονείς εκτοξεύουν ο ένας εναντίον του άλλου για αδιαφορία, εγκατάλειψη, ανεπάρκεια η μεροληπτική στάση. Συχνά επίσης το παιδί χρησιμοποιείται για τη ρύθμιση οικονομικών διαφορών μεταξύ των δύο γονέων.

Μελέτες δείχνουν ότι τα παιδιά ελπίζουν στην επανασύνδεση της οικογένειας ακόμη και μετά από 10 – 15 χρόνια. Στην ενήλικη ζωή τους έχουν μειωμένη ικανότητα να διαμορφώσουν σταθερές σχέσεις με πρόσωπα του άλλου φύλου. Το παιδί του διαζυγίου έχει πολλές πιθανότητες να γίνει ένας οξύθυμος, ανασφαλής και επιθετικός ενήλικος.

Μια από τις σημαντικότερες παραμέτρους, που καθορίζει τις επιπτώσεις της διάλυσης της οικογένειας στα παιδιά, είναι η στάση των γονέων πριν και μετά το διαζύγιο. Το πρώτο ερώτημα που συνήθως τίθεται αφορά στην ανακοίνωση του διαζυγίου. Οι εξηγήσεις που θα δοθούν στο παιδί θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στην αλήθεια. Τα παιδιά μικρής ηλικίας έχουν την τάση να ερμηνεύουν τα πάντα με επίκεντρο τον εαυτό τους. Έτσι συχνά βιώνουν το διαζύγιο ως εγκατάλειψη, απόρριψη η ενοχοποιούνται ότι είναι κακά παιδιά και ο γονιός που έφυγε δεν τα αγαπά. Τα μεγαλύτερα παιδιά μπορούν να καταλάβουν τις δυσμενείς συνέπειες που έχει για τους ενήλικες ένας αποτυχημένος γάμος και να αντιληφθούν τους πραγματικούς λόγους του διαζυγίου. Σημαντικό είναι η επαφή με τον γονιό που φεύγει να συνεχίσει να είναι συχνή και καθορισμένη. Το παιδί που περιμένει το γονέα, ο οποίος δεν έρχεται, βλέπει τους φόβους εγκατάλειψης να επιβεβαιώνονται και βυθίζεται σε πραγματική απελπισία

Η μόνιμη κατοικία του παιδιού θα πρέπει να είναι στο σπίτι του ενός γονιού. Το να μοιράζει εξίσου το χρόνο του σε δύο σπίτια το αποστερεί από κάθε έννοια μόνιμου δικού του χώρου και το κρατάει σε διαρκή σύγχυση. Αν υπάρχουν αδέλφια δεν θα πρέπει να χωρίζονται τις μέρες των επισκέψεων. Τη στιγμή του διαζυγίου τα άλλα μέλη της οικογένειας γίνονται ακόμη πιο σημαντικά. Οι σχέσεις των αδελφών ισχυροποιούνται και τα αδέλφια προστατεύονται μεταξύ τους από τυχόν αυθαιρεσίες των γονέων και από το άγχος του αποχωρισμού.

Τα ζητήματα πειθαρχίας είναι ένα άλλο θέμα που δεν πρέπει να παραβλεφθεί για τα παιδιά του διαζυγίου. Ο γονιός, με τον οποίο μένουν μαζί, έχει συνήθως την τάση υπερπροστασίας και χαλάρωσης των κανόνων πειθαρχίας για να απαλύνει τον πόνο και το στρες του παιδιού. Τα περισσότερα παιδιά έχουν ανάγκη από σταθερά όρια και κανόνες πειθαρχίας. Σε μια φάση της ζωής τους, που νοιώθουν ότι τα πάντα αλλάζουν γύρω τους, η πειθαρχία αποτελεί ασφαλή βάση για να μπορέσουν να κυριαρχήσουν στο άγχος τους και να συνεχίσουν να τα καταφέρνουν στις σχολικές τους επιδόσεις και την κοινωνική τους ζωή.

Σημαντικός παράγων για την ψυχική ισορροπία του παιδιού και τη φυσιολογική του εξέλιξη είναι η αίσθηση συνέχειας. Οι δύο γονείς, παρ` όλο που δεν συνεχίζουν τη ζωή τους ως ζευγάρι, θα πρέπει να συνυπάρχουν και να παίρνουν κοινές αποφάσεις για θέματα που αφορούν στο παιδί.

http://agapienxristou.blogspot.ca/search/label/%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B6%CF%85%CE%B3%CE%AF%CE%BF%CF%85
http://www.diakonima.gr

The Laws that Falsely Bind Us



Marcarius the Great says,

Do you feel that you are bound up by social norms? Do you find you schedule controlled by others? Are you driven by some external force to unending busyness? Do feel you have to dress in a certain way and adhere to certain social norms in your group? Is there a part of you that feels like you can't act the way you really want too? Do your Orthodox values and way of life seem to conflict with these other forces?

The children of this age have become like wheat poured into the sieve of this earth, and then scattered among the inconstant dreams of this world, in the presence of the unending turmoil of earthly cares, desires and maze of material concepts. Satan shakes the souls, and with the sieve, that is, the earthly cares, scatters the entire sinful human race. ...The more the wheat in the sieve is shaken about, turned over and cast up, the more the prince of darkness takes over all people with their earthly cares: he shakes them, agitates them and alarms them, forcing them to flee to vain thoughts, unclean desires, earthly and worldly bonds.... The prince of this world disturbs every soul which is not born from God, and he disturbs human ideas, which are like what constantly being shaken in the sieve leading everyone into uncertainty, and ensnaring them with worldly seductions, pleasures of the flesh, terrors and confusions." (Homily 5:1,2)Shaken in the Sieve of earthly cares, we must realize that the chains that seem to bind us are the very forces that are trying to keep you from a God pleasing life. Most of us find ourselves caught up in a life which is lived to satisfy the needs of a godless society that promotes a life based on pride and egoism. We want to be accepted according to others norms and values. The goals of others are impeding on our desire to live a life according to the Will of God. Even the so called good deeds are no more than acts done to satisfy social norms and our own egos.


Here is some advice from Saint Theophan the Recluse:

For you to shun everyone is, of course impossible; but refuse as much as possible to enter into this circle of worldly life. When it does pull you against your will, act as if you were not there; look, but do not see; listen but do not hear. Let what you see pass by your eyes, and what you hear pass by your ears. Outwardly behave like everyone else, be straightforward and sincere; but guard your heart from sympathies and attractions. The main thing is to guard your heart.This is our challenge: to live a live according to Orthodox values while acting in a world which is not based on these values. This requires a strong faith nourished by the Orthodox way of Life.

Source: The Spiritual Life p.39 - 44

Holy Chalice ( St. Ignatius Brianchaninov )



The Cup of Christ is suffering. But for those who drink from it on earth, the Cup of Christ grants participation in Christ's Kingdom.


St. Ignatius Brianchaninov

Περί λειτουργίας των πνευματικών νόμων ( Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής )




Ο Γέροντας αγαπούσε να εργάζεται και δεν σταματούσε καθόλου στις ώρες πού επέτρεπε το πρόγραμμα. Το εργόχειρο μας τότε ήταν σταυρουδάκια σκαλιστά, τα οποία σκάλιζε με μεγάλην ευχέρεια και ταχύτητα, αφού εμείς ετοιμάζαμε το ξύλο. Έμενε μόνος του στο καλυβάκι πού του χτίσαμε μακρύτερα από μας, κι εμείς πηγαίναμε να τον βρούμε το μεσημέρι και μετά φεύγαμε ο καθένας μόνος του.


Το μέρος εκεί ήταν απόμερο και ήσυχο, αλλά ήταν πιο εκτεθειμένο στους καιρούς. Έτσι, το κρύο ήταν περισσότερο, ώσπου τον πείσαμε να του βάλουμε λίγη θέρμανσι με καμμιά σόμπα. Πήρα, εγώ ο ευτελής, τα μέτρα και ετοίμασα τα υλικά, για να την φτιάξω με λαμαρίνα απ'; έξω και μέσα χτιστή με πηλό. Ετοιμάστηκα για την επομένη, όπως του έταξα αποβραδίς, και το πρωί μάζεψα τα εργαλεία μου και τα υλικά και πήγα κάπου εκεί κοντά να την φτιάξω και να την τοποθετήσω μετά. Έβαλα μετάνοια, όπως πάντα, και άρχισα με καλό καιρό, γιατί δούλευα έξω στο ύπαιθρο.

Μόλις μέτρησα και έκοψα τα εξαρτήματα και άρχισα να δουλεύω, χάλασε απότομα ο καιρός. Μετά, εύρισκα μια παράξενη δυσκολία σε ο,τιδήποτε και αν επιχειρούσα να κάμω. Φυσούσε ένας παράξενος αέρας, πού δεν είχε κατεύθυνσι προς κανένα σημείο, μόνο σήκωνε τα πάντα κατ'; επάνω μου και μου 'φερνε στο πρόσωπο ο,τιδήποτε βρισκόταν στον τόπο: λαμαρίνες, σανίδες, παλιόχαρτα και άμμο. Παραδόξως μου έφευγαν τα εργαλεία και κατρακυλούσαν μακριά χωρίς λόγο, διότι ο τόπος δεν ήταν παντελώς κατωφερής. Τα καρφιά στράβωναν χωρίς λόγο, με την παραμικρή πίεσι, έσπαζαν τα τρυπάνια, άλλαζαν τα σχέδια μου, πού τα είχα μετρημένα και κομμένα με ακρίβεια.

Στην αρχή δεν υπελόγισα τίποτε και βιαζόμουν να επαναφέρω τα πράγματα στην ταξί και να συνεχίσω. Σε λίγο όμως το πράγμα έγινε πολύ αισθητό, ότι κάτι συνέβαινε. Σταμάτησα λίγο όμως, γιατί είχα κατασυντρίψει κυριολεκτικά και όλα μου τα δάχτυλα, και μια παράξενη ταραχή μέσα μου, μου προκαλούσε οργή, σύγχυσι, ανυπομονησία. «Περίεργο πράγμα, λέω, κάτι συμβαίνει»! Εν τω μεταξύ και ο καιρός επεδεινώθη, πού με ανάγκασε να διακόψω, και πήγα στον Γέροντα. Αυτή η κατασκευή απαιτούσε δυο με τρεις, το πολύ, ώρες δουλειά και πέρασαν περισσότερο από έξι ώρες, χωρίς να έχω κάνει τίποτα.

Τότε θυμήθηκα κάτι πού μου είχε πη ο Γέροντας το πρωί, όταν ξεκίνησα, και δεν το έλαβα υπ' όψι. «Άντε να δούμε, μου είχε πη, θα κάμης τίποτε σήμερα;». Εγώ δεν έδωσα σημασία στο νόημα αυτών των λέξεων, αλλά σκέφτηκα πώς το είπε για να με ταπείνωση ίσως, γιατί ήξερα αυτή τη δουλειά. Μάλιστα φιλοδοξούσα να τελειώσω και συντομώτερα καν επιτυχέστερα, για να τον αναπαύσω, και με την κρυφή χαρά πώς μας επέτρεψε να του βάλωμε θέρμανσι και αυτό θα το έκανα μόνος μου εγώ!

Πήγα, λοιπόν, του χτύπησα την πόρτα και μου άνοιξε. Μόλις με είδε ταραγμένο, άρχισε να γελάη.

«Γέροντα, λέω, τι συμβαίνει εδώ; και γιατί μου είπες το πρωί σαν πρόρρησι, αν τελειώσω';; Αφού ξέρεις πώς για μένα τούτο ήταν παιχνίδι». «Εσύ τι συμπέρανες πώς ήταν», μου είπε χαριεντιζόμενος. «Πειρασμός, του είπα, σατανική ενέργεια». «Αυτό ήταν, μου απάντησε. Και άκουσε να μάθης το φαινόμενο σε σένα μυστήριο. Το βράδυ στην προσευχή μου, όταν τελείωσα και ήθελα να ησυχάσω, είδα τον σατανά και απειλούσε να μου κάμη εμπόδια και πειρασμό στην απόφασί μου, πού είχα προγραμματίσει. Κι εγώ είπα στον Χριστό μας- 'Κύριέ μου, μη τον εμπόδισης, για να του δείξω πώς σε αγαπώ και θα υπομείνω το κρύο, όσο επιτρέψης Εσύ'. Και αυτός ήταν ο λόγος, παιδί μου, πού έγιναν όλα αυτά, για να μην έχω σύντομα θέρμανσι, καθώς σεις επιθυμούσατε να μου ετοιμάσετε».

Εγώ, ο μάρτυς αυτού του δράματος, όταν άκουσα αυτή την λεπτομέρεια και τα μυστήρια της κρυπτής προνοίας, με τα οποία λειτουργεί ο πνευματικός νόμος, έμεινα κατάπληκτος και εν σιωπή μονολογούσα· «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου και ουδείς λόγος εξαρκέσει προς ύμνον και δόξαν των θαυμάσιων Σου»! Το γεγονός αυτό με βοήθησε να καταλάβω τη δύναμι του λόγου των Γερόντων, πού κατά τον αββά Ποιμένα και τον αββά Δωρόθεο- κρύβουν μέσα τους δύναμι και ενέργεια της χάριτος, σαν δείγμα της προσωπικής των καταστάσεως και πείρας.

Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής

Αὐτόπτης περιγράφει τήν τελευταῖα μέρα τοῦ Γέροντος Παϊσίου στό Νoσοσοκομεῖο




Ο Γέροντας Παίσιος τελικά προσβλήθηκε από καρκίνο, και νοσηλεύθηκε σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης! Στο νοσοκομείο φρόντισαν το Γέροντα όσο μπορούσαν καλύτερα. Ο καρκίνος, όμως, προχώρησε τόσο, πού το τέλος ήταν πολύ ορατό.


Η αναχώρησή του για τους ουρανούς ήταν ζήτημα χρόνου. Γι΄αύτη την αναχώρηση, για την οποία προετοιμαζόταν σε όλη του τη ζωή, ήθελε να αφιερώσει και τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του στο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Σουρωτής. Ο μακαριστός Χριστόφορος Οικονόμου ήταν κοντά του και σε γράμμα του περιγράφει την αναχώρηση του Γέροντα από το Νοσοκομείο:

«Σήμερα έφυγε και ο π. Παΐσιος από το νοσοκομείο. Είχε πολύ κόσμο και μας είπαν ότι θα έβγαινε στο σαλόνι για να ευλογήσει. Τελικά, εκείνη την ώρα έφευγε από το νοσοκομείο. Ο κόσμος, οι γυναίκες, νοσοκόμες, γιατροί, άρρωστοι, συνωστίζονταν όλοι γύρω του. Ψήλωσε το χέρι του και από την πόρτα χαιρέτησε τους άρρωστους στους διπλανούς θαλάμους. Ένας άρρωστος στο διάδρομο πού είχε ορρούς στο χέρι πήγε να του φιλήσει το χέρι, αλλά ο π. Παΐσιος φίλησε το χέρι του ασθενούς. Μπροστά από το ανσανσέρ ψήλωσε το χέρι του και μας ευλόγησε όλους. Μπήκε στο ανσανσέρ να κατέβει κάτω στο δρόμο. Όλοι τρέξαμε από τις σκάλες να τον δούμε για τελευταία φορά. Χαιρετούσε τον κόσμο. Βγήκε έξω από το νοσοκομείο. Ο κόσμος τον περιτριγύρισε γύρω από το αυτοκίνητο, ενώ λεπτές νιφάδες χιονιού έπεφταν. Η νοσοκόμα φώναζε να τον αφήσει ο κόσμος να μπει μέσα στο αυτοκίνητο, γιατί έκανε πολλή ψύχρα και ο άνθρωπος δεν μπορούσε. Μπήκε, τελικά, στο αυτοκίνητο, αφού έκανε το σταυρό του. Όλοι προσπαθούσαν να τον αγγίξουν· έπιαναν το χέρι του, άγγιζαν το τζάμι τοΰ αυτοκινήτου. Ξεκίνησε τελικά το αυτοκίνητο, αλλά προχωρούσε πολύ σιγά, λόγω της μεγάλης κυκλοφορίας. Γιάτραινες, νοσοκόμες, νοσοκόμοι, γιατροί, κατέβηκαν κάτω και όπως ήταν μέσα στο αυτοκίνητο άγγιζαν το τζάμι του αυτοκινήτου πού προχωρούσε αργά-αργά για να τον χαιρετήσουν. Το αυτοκίνητο πέρασε από το δρόμο πού βρίσκεται μπροστά από το σπίτι μου». Και συνεχίζει ο Χριστόφορος:
«Τί ήταν το πέρασμα αυτού του ανθρώπου! Ο κόσμος τον ακολουθούσε σαν να ήταν ο Μεσσίας. Σκηνή σαν την Βαϊφόρο, μόνο πού αντί για γαϊίδουράκι τώρα ήταν ένα αυτοκινητάκι! Όλος ο κόσμος, οι περισσότερες γυναίκες, ήσαν συγκινημένοι, άλλες δάκρυζαν. Αλλά και ο ίδιος ήταν συγκινημένος με την αγάπη πού του έδειχνε ο κόσμος. Σαν να έλεγε πώς θα την ξεπληρώσει με πολλή προσευχή για τους συνανθρώπους του». Και επιλέγει ο Χριστόφορος:
«Αλλά μήπως είναι λίγα πού χρωστούμε η γενιά μας, στις ευχές και προσευχές αυτού του ανθρώπου. Ένας άγιος ανάμεσά μας. Η ενσάρκωση της εκπλήρωσης των Ευαγγελικών λόγων».
Ο Γέροντας Παΐσιος άφησε την τελευταία του πνοή στις 12 Ιουλίου 1994.
 

Πηγή: Από το τέλος του Γέροντα Παΐσιου Αγιορείτη, Περιοδικό «Παρά την Λίμνην»,

Γιατί ανάβω το καντήλι μπροστά στην εικόνα.( Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης )



«Είναι ωραίο πράγμα να ανάβουμε καντήλια μπροστά στις εικόνες. Άλλα πιο ωραίο πράγμα είναι να προσφέρουμε στον Θεό σαν θυσία τη φλόγα της αγάπης. Τότε είμαστε αληθινοί προσκυνηταί του.
Αν ανάβεις καντήλια στις εικόνες και δεν έχεις αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον σου, αν είσαι φιλάργυρος και φιλόνικος, η θρησκεία σου είναι ματαία». Γιατί ανάβω το καντήλι;
" Μου θυμίζει ότι όπως ο Θεός είναι φως, έτσι πρέπει να είναι και η ζωή μας φωτεινή.
" Είναι ο έλεγχος στα σκοτεινά μας έργα.
" Είναι μία δική μας θυσία ένδειξη ευγνωμοσύνης και αγάπης για το Χριστό πού θυσιάστηκε για μας.
" Είναι το φόβητρο στις δυνάμεις του σκότους πού προσπαθούν να απομακρύνουν το νου του άνθρωπου και τις προσευχές του, από το φως πού είναι ο Θεός.
" Όπως το καντήλι καίγεται μέσα στο λάδι, έτσι και εμείς πρέπει να ζητάμε το έλεος του Θεού για τις αμαρτίες μας καίγοντας το δικό μας θέλημα και κάνοντας το θέλημα του Θεού.
" Όπως δεν ανάβει το καντήλι χωρίς τα δικά μας χέρια, έτσι και εμείς δεν θα είχαμε το φως αν ο Χριστός και Θεός μας δεν είχε έρθει στη γη.

Αγίου Ιωάννη της Κρονστάνδης

Θαυματουργή εμφάνιση της Αγίας Παρασκευής το 1947 για θαμμένο μεσαιωνικό Ναό της, «ατελέσφορη» μέχρι σήμερα!




γράφει ο Γιώργος Ανεστόπουλος

Η παρακάτω είναι μια αληθινή ιστορία. Είναι γνωστή στην ευρύτερη περιοχή της Υπάτης - Φθιώτιδας από το ‘50 που ξεκίνησε να συμβαίνει. Είναι ένα απ’ αυτά τα θαυμαστά περιστατικά που κατά καιρούς πλην σπανίως συμβαίνουν σε κάποιες λιγοστές περιπτώσεις «ευλογημένων ανθρώπων» στο διάβα της ιστορίας.

Αναφέρομαι στις εμφανίσεις Αγίων Μορφών σε ανθρώπους για να τους αποκαλύψουν σημεία όπου θα πρέπει να αναζητηθούν εικόνες ή λείψανα.
Κάτι τέτοιο συνέβη το 1947. Δεν θεωρώ σκόπιμο επί του παρόντος να αναφέρω συγκεκριμένα επώνυμα και οικογένειες. Ας τονιστούν τα περιστατικά και μόνον. Εννοείται βεβαίως, ότι έτσι και αποφασίσουν, έστω και σήμερα, κοντά 70 χρόνια μετά, Εκκλησία και Πολιτεία να ενδιαφερθούν (και όχι γραφειοκρατικά – τυπικά – δήθεν όπως κάποιοι κάποτε αλλά ουσιαστικά, όλα τα στοιχεία θα είναι στη διάθεσή τους).
Τον πρωταγωνιστή μόνον της ιστορίας θα ονομάσω ως κυρ Δημήτρη. Περίπου 50 ετών τότε.
Το συμβάν συνέβη εν μέσω του εμφυλίου και σοβαρότατων ταραχών στην εν λόγω περιοχή που έθεσαν επανειλημμένα σε κίνδυνο την οικογένεια του κυρ Δημήτρη.
Για την ακρίβεια, οι αντάρτες απειλούσαν τη ζωή όλης του της οικογένειας εάν δεν τους παρέδιδε τις τρεις από τις κόρες του και τις τρεις ανηψιές του που είχε υπ’ ευθύνη του. Ηλικίες από 14 – 17 (τι να τις ήθελαν άραγε οι αντάρτες; Μπορεί να φανταστεί κανείς μήπως να μου πει κι εμένα;) Ο κυρ Δημήτρης αρνιόταν πεισματικά να το πράξει. Τις είχε κρυμμένες στην κυριολεξία μέσα σε κρυφό πρόχειρο παράπηγμα που είχε φτιάξει μέσα σε βάτα. Τα κορίτσια κοιμόντουσαν τις νύχτες στην κυριολεξία μαζί με σκορπιούς και φίδια.
Δεν είχαν δε, ούτε καν σπίτι. Τους το είχαν κάψει οι Γερμανοί στον πόλεμο μαζί με όλο το χωριό (Μεσοχώρι (παλαιά ονομασία «Λιάσκοβο») όπου εκτέλεσαν και περί τους 100 κατοίκους. Άλλο ένα από τα πολλά «Δίστομα – Καλάβρυτα» που ποτέ δεν πήραν δημοσιότητα ούτε αποζημιώσεις από ΚΑΝΕΝΑΝ μετά τον πόλεμο για την ολοσχερή καταστροφή τους). Αναφέρομαι στην περιοχή της Οίτης και συγκεκριμένα «Συκά – Μεσοχώρι – Υπάτης». Χίλια περίπου μέτρα υψόμετρο.
Κάποιο βράδυ, τελώντας σε απόγνωση και θλίψη από την όλη κατάσταση ο κυρ Δημήτρης, γνωρίζοντας ότι τα «περιθώρια» που του έδιναν οι αντάρτες λιγόστευαν ασφυκτικά, έξω από μια πρόχειρη καλύβα που είχε φτιάξει για την οικογένειά του, του εμφανίστηκε μια «Μαυροφόρα». Νόμισε πως ήταν μια συνηθισμένη γυναίκα. Τον ρώτησε «τι έχει;» Της εξήγησε μέσες άκρες, με σκυμμένο κεφάλι, αφού ανθρωπίνως πρόσφερε στη γερόντισα κάτι να φάει από τα ελάχιστα υποτυπώδη που είχαν. Του ζήτησε να προστατεύσει την «περιοχή Της» γιατί «Της πατάνε τα Μάτια τα ζώα» κι Αυτή σε αντάλλαγμα θα του προστάτευε την οικογένειά του για πάντα.
Ο κυρ Δημήτρης δεν κατάλαβε τίποτα, μέχρι που ξαφνικά «άλλαξε η Μορφή Της» και εμφανίστηκε ενώπιόν του «στα Λευκά Λάμπουσα και απαστράπτουσα ». Ταράχτηκε... «Ποιά είσαι Συ»; Την ξαναρώτησε Η Αγία Παρασκευή, του είπε. Ο κυρ Δημήτρης τότε κάτι άρχισε να καταλαβαίνει... «Αγία Παρασκευή»... « Τα Μάτια»...
Πες μου τι θέλεις και θα το κάνω, της είπε με δέος και σεβασμό γονατιστός μπροστά της.
Πάμε να σου δείξω, του λέει, ξαναέγινε η «Απλή σκυφτή μαυροφόρα» που ήταν πριν και πήρανε τον ανήφορο για μια περιοχή που ήταν γνωστή ως «Παλαιοχώρι». Ήταν μια κατεστραμμένη πολύ παλαιά Πολιτεία....μόνον ερείπια και θεμέλια φαίνονταν...πιθανόν, από τα βυζαντινά τα χρόνια...Μεσαίωνας...οι Αρχαιολόγοι τα ξέρουν αυτά… Περπατούσαν μαζί, νύχτα, μπροστά αυτή, πίσω ο κυρ Δημήτρης κάμποση ώρα στην ανηφόρα και στο δάσος. Από μόνο του αυτό θα πρέπει να ήταν εκπληκτική εμπειρία για τον ταλαιπωρημένο μεσήλικα που πριν απ’ αυτά είχε επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του από την κατοχή. Και που πολλά χρόνια πριν, είχε βρεθεί επί 10 χρόνια στο Βαλκανικό – Μικρασιατικό Μέτωπο κι επέζησε κι από εκεί. Για να βρεθεί εκείνη τη νύχτα σ’ εκείνο το δάσος, επί πόση ώρα να βαδίζει μαζί με μια Αγία Μορφή!
Τον πήγε σ’ ένα σημείο όπου φαίνονταν τα απομεινάρια από μια μικρή εκκλησία. Του τά’ δειξε, δεν του εξήγησε τίποτα παραπάνω και «εξαφανίστηκε».
Σ' εκείνο το σημείο, τότε υπήρχε ένας μεγάλος πλάτανος. Στη ρίζα του ανάβλυζε νερό, πόσιμο. Όλοι όσοι ήταν βοσκοί ή καλλιεργητές το γνώριζαν και σταματούσαν σ' εκείνο το σημείο να ξαποστάσουν. Ποτέ κανείς δεν κατάλαβε από που έβγαινε εκείνο το νερό. Ούτε από που ερχόταν εκείνη η έντονη μυρωδιά βασιλικού. Κάποια στιγμή αργότερα ο πλάτανος "πάει", χάθηκε...Έγινε καυσόξυλα; ποιός ξέρει;...πάντως, μαζί του χάθηκε και το νερό και η μυρωδιά βασιλικού… Μετά απ' τα "νυχτερινά περίεργα", όλα αυτά έβρισκαν κατά κάποιον τρόπο την "εξήγησή" τους… Ο κυρ Δημήτρης μίλησε με συγχωριανούς του,μπας και σκάψουν. Σκέφτηκε πως ίσως να ήταν κάποια εικόνα της Αγίας από κάτω. Όλοι όμως του είπανε πως αν τολμούσε κάποιος να σκάψει τέτοιες εποχές θα τον εκτελούσαν οι αντάρτες. Θα νόμιζαν πως ψάχνει για λίρες. Ήταν βλέπεις η εποχή με τα εγγλέζικα σεντούκια λίρες που όλοι έψαχναν από την εποχή του πολέμου. Θα τον βασάνιζαν λοιπόν μέχρι θανάτου για να πει ότι ξέρει… Άσε που πάνω εκεί στην Οίτη και πάνω από το χωριό του (Μεσοχώρι) ήταν ένα από τα «μακάβρια στρατόπεδα» των ανταρτών. Ένα από τα περιβόητα «Μεγάλα Λαϊκά Δικαστήρια». Ήταν μια χαράδρα εκεί κοντά. Είχανε γκρεμίσει εκεί κάτω πλήθος «τιμωρημένων/εκτελεσθέντων με συνοπτικές διαδικασίες». Τους βρήκαν (πλήθος τα σαπισμένα πτώματα) μετά απ’ το τέλος του εμφυλίου. Άλλο ένα από τα σοβαρότατα περιστατικά αυτού του άτιμου πολέμου που συγκαλύφθηκαν μπας και ξεχαστούν τα μίση και οι βεντέτες μιαν ώρα αρχήτερα. Ο φόβος όμως σ’ εκείνα τα βουνά τότε κάλπαζε με χίλια. Έτσι, το άφησε γι’ αργότερα. Έβαλε απλώς ένα συρματόπλεγμα γύρω γύρω στα υπολείμματα του παλαιού Ναού για να μην μπαίνουν ζώα μέσα και πατάνε τον Ιερό Καθαγιασμένο Χώρο.
Η ιστορία του έγινε γνωστή παντού εκεί γύρω στα χωριά. Έτσι, πάντα κάποιος βοσκός άναβε λιβάνι εκεί πια. Τα χρόνια πέρασαν. Η Αγία έκανε πράγματι το θαύμα της ξανά και ξανά και ξανά. Προστάτεψε την οικογένεια του κυρ Δημήτρη. Του είχε πει επί λέξη όταν του εμφανίστηκε εκείνο το βράδυ πως ακόμη και σφαίρες να περάσουν τη στολή του γιού του – που υπηρετούσε στον Εθνικό Στρατό τότε – η στολή μπορεί να γίνει κομμάτια, αλλά αυτός δεν θα πάθει τίποτα.
ΑΚΡΙΒΩΣ αυτό και συνέβη.
Ο γιός του σε λίγο καιρό συμμετείχε στις μάχες στο Γράμμο και στο Βίτσι. Η στολή του όντως έγινε κομμάτια από τις σφαίρες και τα θραύσματα. Δεν τον άγγιξε όμως ούτε μία. Είχανε να το λένε για δεκαετίες στο σόι του για το χαρούμενο αλλά και αστείο ξέσπασμα του Διοικητή του μόλις τον είδε ζωντανό αλλά με ξεσκισμένη στολή μετά τη μάχη: «Ρε Κ...., άιντε ρε να βάλεις ένα άλλο παντελόνι, δεν μπορώ να τα βλέπω ρε άλλο να κρέμονται απ’ έξω σαν αδέσποτα καρύδια»...
Και το νευρικό γέλιο στο ταλαιπωρημένο Τάγμα πήγαινε σύννεφο...τον είχανε για «γούρι» πλέον τον Κ… Ήταν ένα ξεκάθαρο θαύμα «σωτήριας παρέμβασης»…
Και πριν υπήρξαν παρόμοια παράξενα και μετά ακολούθησαν κι άλλα πολλά τέτοια και παρόμοια. Και σ’ αυτόν και στον πατέρα του και σ’ όλη την οικογένεια.
Πιο πριν είχαν πάρει οι αντάρτες αιχμάλωτο τον κυρ Δημήτρη για έξι μήνες μέχρι να μαρτυρήσει και να παραδώσει τα κορίτσια του (και τα μεγαλύτερα αγόρια του που τα είχε φυγαδευμένα στην Αθήνα). Απειλούσανε να τον εκτελέσουν. Τον είχανε δεμένο για πολλές ώρες ανάποδα κεφάλι πόδια στο δέντρο και τον δέρνανε. Τελικά, όχι μόνον δεν τον εκτέλεσαν αλλά βρέθηκε κι ένας Χριστιανός Λοχαγός εκεί στους αντάρτες, τον λυπήθηκε και τον απελευθέρωσε νύχτα στα κρυφά.
Κάποια στιγμή, αρχισαν άλλες παράξενες «βοήθειες». Έγιναν πολλές «στρατιωτικές επιχειρήσεις» εκεί επάνω. Πολλές συγκρούσεις. Οι πολίτες ως συνήθως βρίσκονταν στη μέση. Πότε σώζονταν αυτός και η οικογένειά του χάρη σε μια έγκαιρη πληροφόρηση από τον Εθνικό Στρατό για το που θα γίνει μάχη, πότε χάρη στους αντάρτες. Πάντα κάποιος θα βρίσκονταν να τους βοηθήσει να αποφύγουν τις κακοτοπιές. Παρόμοιες παράξενες σωτηρίες συνεχίστηκαν σε όλη την οικογένεια για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Έγινε η Προστάτιδα Αγία των οικογενειών των παιδιών του κυρ Δημήτρη.
Σχεδόν 70 χρόνια μετά, τα θαύματα στους κλώνους αυτής της οικογένειας συνεχίζουν. Πριν καμιά δεκαριά χρόνια, ένα από τα εγγόνια ο 40άρης Β. αντιμετώπισε μια σοβαρότατη κατάσταση. Τους εμφανίστηκε μέσα στο σπίτι τους, νύχτα. Μόλις είχαν μπει στο σπίτι και πρόλαβαν κι αυτός και η γυναίκα του να δουν την «Μυστήρια Φωταγωγία», την παρουσία Της κι εξαφανίστηκε. Τηλεφώνησαν αμέσως στην θεία τους την Κ... και κόρη του κυρ Δημήτρη. Κάτι γνώριζαν από το παρελθόν γι’ αυτήν την ιστορία. Τους τα είπε και τους εξήγησε πως η Αγία τους ενημέρωσε μ’ αυτόν τον τρόπο ότι η κατάσταση που αντιμετώπιζαν θα αποκατασταθεί άμεσα. Κι όντως. Την άλλη μέρα, το πρόβλημα είχε λήξει. Ο Β..., ένας πεισματάρης άνθρωπος – πυροσβέστης – πήγε αμέσως επαρχία, βρήκε τη θεία του και της ζήτησε όλες τις λεπτομέρειες της ιστορίας. Του τα είπε. Τη ρώτησε γιατί δεν έγινε μπορετό τόσες δεκαετίες να ανασκαφεί το σημείο του αρχαίου Ναού μήπως και υπάρχει κάτι από κάτω που η Αγία θέλει να έρθει στην επιφάνεια. Η θεία του δεν μπορούσε ν’ απαντήσει. Ο Β.την πήρε και μαζί προσπάθησαν να βγάλουν κάποια «άκρη» μέσα στην γενικότερη γραφειοκρατία ώστε να προχωρήσει η ανασκαφή. Δεν κατόρθωσαν τίποτα. Ούτε καν από την Εκκλησιαστική πλευρά. Μόνον αόριστες υποσχέσεις περί συμπαράστασης και βοήθειας»....
Απ’ ότι γίνεται κατανοητό απ’ την όλη ιστορία πάντα μα πάντα κάποιο ανυπέρβλητο εμπόδιο μεσολαβούσε για να «μην ανασκαφεί το μέρος». Η περιοχή εκεί πλέον εδώ και καμιά δεκαριά χρόνια έχει κηρυχτεί ως αρχαιολογική ζώνη. Δεν μπορεί να σκάψει έτσι απλά ο καθένας. Αλλά και ούτε μπορεί ο οποιοσδήποτε πολίτης να πάει και να κινητοποιήσει όλη αυτή την τερατώδη γραφειοκρατία που απαιτείται προκειμένου να επιτραπεί ανασκαφή. Η θεία του ήταν τότε ήδη σε προχωρημένη κατάσταση ημιαναπηρίας. Κι όμως έτρεξε, μαζί με τον χειρουργημένο στην καρδιά σύζυγό της εκεί επάνω στα βουνά, πήγε σε ιερείς, σε κοινοτάρχες, αλλά τίποτα.
Απογοητευμένη, το μόνο που μπόρεσε πλέον να κάνει ήταν να αποκαταστήσει το μεταλλικό εικονισματάκι που είχε φτιάξει εκεί η οικογένειά της προ 50 ετών και με δικά της έξοδα να στήσει έναν τρίμετρο μεταλλικό σταυρό επάνω στο σημείο ώστε να μην χαθεί ξανά το μέρος όπως κάμποσα χρόνια πριν όταν το διπλανό δάσος είχε επεκταθεί και είχε πνίξει τα πάντα, ακόμη και το ίδιο το σημείο των ερειπίων του παλαιού κατεστραμμένου Ναού. (Και που κατόπιν, μια δασική πυρκαϊά κατέκαψε τα πάντα κι ΑΠΟΚΑΛΥΨΕ ΠΑΛΙ το σημείο του Ναού)...
Κατά τα φαινόμενα, είναι μια πολύ σοβαρή περίπτωση που όμως δεν μπορεί να την χειριστεί ο οποιοσδήποτε. Προφανώς, πάνε, τελείωσαν οι καιροί που όταν ένας Πολίτης είχε μια τέτοια θρησκευτική εμπειρία, θεωρούνταν επαρκές αυτό για να ψάξουν...
Πόσες και πόσες εκκλησίες και μοναστήρια δεν ιδρύθηκαν έτσι;
Όπως και να’ χει, επί σχεδόν 70 χρόνια προκύπτουν διαρκώς εμπόδια για μια έρευνα...δεν έγινε ποτέ όχι συστηματική εις βάθος ανασκαφή...ούτε καν στοιχειώδης...πέραν από κάτι ογκώδεις εξωτερικά εμφανείς μαρμάρινους όγκους που αφαίρεσε η Αρχαιολογική Εφορία προ δεκαετίας. Το περίεργο – επίσης – είναι που επι 67 χρόνια κι ενώ η ιστορία είναι γνωστή, ουδείς ποτέ δεν αποτόλμησε να πάει να σκάψει ούτε καν λαθραία (πχ μήπως και βρει τίποτε αξίας...μην ξεχνάμε ότι πρόσφατα εκλάπησαν ακόμη και λείψανα από έναν ναό)... Πάντα την είχα στο νου μου αυτή την ιστορία. Αλλά την θυμήθηκα πιο έντονα μόλις διάβασα πρόσφατα για τον Ναό του Αγίου Λαζάρου στην περιοχή Κιτίου στην Κύπρο και για την μικρή λειψανοθήκη με μικρό λείψανο του Αγίου που βρήκαν σε κάποιες εργασίες αποκατάστασης σε πολύ μεγάλο βάθος «κρυμμένο» κάτω από τον Ναό… Τα κυρίως λείψανα τα είχε αφαιρέσει κάποιος Βυζαντινός Αυτοκράτορας – όπως έκαναν πάντα – μέχρι που το 1204 εκλάπησαν από τους σταυροφόρους (μαζί με ΤΑ ΠΑΝΤΑ από την Πόλη), πήγαν στη Δύση απ’ όπου και χάθηκαν οριστικά.... Οπότε, όταν βρήκαν τη μικρή λειψανοθήκη (περίπου το1960) όλοι κατάλαβαν πως οι τότε (το 800 περίπου επί Λέοντος Σοφού) υπεύθυνοι «κρυφά κράτησαν ένα μικρό τμήμα λειψάνου» για το Ναό) και το έκρυψαν βαθιά κάτω από την Αγία Τράπεζα...όπου και ως «μυστικό» μετατράπηκε σε θρύλο, σε παράδοση, σε μύθο και....«ξεχάστηκε» με τα χρόνια...τους Αιώνες...ως το 1960 που ξαναβρέθηκε...
Μόνον ένας άνθρωπος υψηλού Ιερατικού κύρους θα μπορούσε πια να ξεκουνήσει την Ελληνική αντιεκκλησιαστική γραφειοκρατία για ένα τέτοιο θέμα...
Ή θα βρει λοιπόν αυτή η Ιερή Ιστορία το Αίσιο Πέρας της τώρα ή θα τραβήξει έτσι για πάντα...μια και οδεύουμε για ακόμη πιο «αντιεκκλησιαστικές άθεες μέρες σ’ αυτή την Ελλαδική Πολιτεία»...


http://agiameteora.net/

A Brother and the Old Man - The path to salvation ( Saint Maximus the Confessor )


I was recently moved by reading an article by Saint Maximus the Confessor. I was surprised at its clarity and simplicity, yet its completeness and elegance. I had always thought of Saint Maximus as one to avoid reading because he was so hard to grasp. What I found was the opposite. It will try and capture the essence of this article which is a dialogue between a brother and an old man.

It is titled "the Ascetic Life".

He begins with a question asked by one of his spiritual children who asks,

"What was the purpose of the Lord's becoming man?

Answer: Our salvation.

Question: How do you mean?

Answer: Man, made by God, disobeyed God in Paradise. He then was subject to death. From generation to generation he became more and more evil because of his dedication to his passions rather than to the commandments of God. God then sent His Son to take on flesh to show us the way to live according to His commandments. He promised man at this time that those who did follow Him would live in heaven forever. He also threatened man with eternal punishment if he did not obey. The Son suffered, was killed, but then resurrected showing that all those who struggle will find the path to eternal life in heaven.

Question: What are the commandments?

Answer: As the lord said, "Go, teach ye all nations, baptizing them in the name of the Father, Son, and Holy Spirit, teaching them to observe all things, whatsoever I have commanded you" (Matt 28:19).

Question: But Father, who can do all the commandments, there are so many of them?

Answer: He who imitates the Lord and follows in His footsteps.

Question: Who can imitate the Lord? He was God and I am a man, a sinner, enslaved by many passions.

Answer: The Lord tells us, "Behold I have given you the power to tread serpents and scorpions, and upon all the power of the enemy; and nothing shall hurt you. (Luke 10:19) Paul tells us, "They that are Christ's have crucified their flesh." (Gal 5:24) Christ says, "He that loves father or mother more than me, is not worthy of me" (Matt 10:37). "He that taketh not up his cross and followeth me, is not worthy of me" (Matt 10:38). And, "Every one that doth not renounce all that he possesseth cannot be my disciple" (Luke 14:33)

Question: But the Lord's commands are so many , who can keep them all in mind in order to strive for them?

Answer: They are all summed up in one word. "Thou shalt love the Lord thy God with thy whole strength and with thy whole mind, and thy neighbor as thyself" (Mark 12:30). We need to separate from worldly things and passions to genuinely love either God or neighbor.

Question: What things do you mean?

Answer: Food, money, possessions, acclaim, relatives and the rest.

Question: But, didn't God make these things and give them to us for our use?

Answer: Yes He did, and everything He made is good. Our error is that we prefer material and worldly things above the commandment of love. The Lord has said, "He that loves me will keep my commandments" (John 14:15)

Question: But, how can I love the person who hates me?

Answer: The Lord does not command the impossible when he says, "Love your enemies; do good to them that hate you" (Matt 5:44). It is because we are lovers of material things and pleasure, more than His commandments, that we are not able to love those who hate us.

Question: Look Father, I have given up everything, relatives, property, luxury, and acclaim but still I am not able to love one who hates me. What am I to do?

Answer: You cannot love your tormentor unless you know the purpose of the Lord.

Question: What is the Lord's purpose?

Answer: The Lord knew the whole law rested on love (Matt 22:37-40). He therefore set out a life to demonstrate a life of love and claim victory over the devil and all his temptations. He tried to teach the Jews this way of love. But this only stirred up their hatred of Him. But He did not hate them who opposed him or who tried to kill him. Instead of hate He set forth love. After complete victory over the devil, He crowned Himself with the Resurrection all for our sake. His purpose was as a man to obey the Father until death keeping the commandment of love. In addition to his life we can also learn from the lives of His disciples. Remember what he said on the Cross, "Father, forgive them, since they know not what they do" (Luke 23:34).

Question: What you say is true, pray for me that I may have the strength to know perfectly the Lord's and His Apostles' purpose so I can be sober minded in time of temptations.

Answer: If you are always attentive to what I have told you you can have this awareness. You must remember that your brother is tempted in the same way you are.

Question: Tell me how to hold on to soberness.

Answer: Complete lack of concern for earthly things and continuous meditation on the divine Scriptures brings the soul to fear God. It is the fear of God that brings soberness.

Question: What should one do to devote one's self continuously to God?

Answer: Be merciful and do good to one's neighbor, be long suffering in this regard, endure all he inflicts. It is love that tames our anger.

Question: What is long suffering?

Answer: perseverance in adversity, endurance of evils, to abide to end of temptation, not to let anger out by chance, not to think anything that does not become a God fearing man. (Eccl 1:29) Many difficulties that we are given are part of our training. We should give thanks to God for everything He gives us like David, Job and his wife.

Question: Why do I lack compunction?

Answer: Because you have no fear of God and are complacent. Such people scorn the thought of the dreadful punishment of God that awaits us if we do not live with love. Maximus then give an extensive review of this punishment as recorded in Old Testament and New Testament. (Deut 32:22, 41; Isa 33:14, 50:11, 66:24; Jer 13:16, 5:21, 2:19-21, 15:17; Ezech 7:8; Dan 7:9, 7:13-15; Ps 61.12; Eccles 12:13; 2Cor 5:10; Rom 14:10; Jer 31:10; Matt 7:13, 25:41; Exod 20:13-15; Matt 5:20; Jer 9:1.) We must think about the defense we must have on that judgement day. Are not we all gluttonous? Are we all not lovers of pleasure? Are not we all desirous of material things? Are not we all nurturers of wrath? Are not we all revilers? Are we not fond of scoffing.... Are we not worse than the Jews who killed Christ? How can we be called sons of God? Do we show the fruits of the Spirit: charity, joy, peace, patience, benignity, goodness, faith, meekness, contingency (Gal 5:22). How can we be called Christians, who have nothing at all of Christ in us?

Maybe someone will say, I have faith and faith in Him is enough for my salvation. But James tells us, "The devils also believe and tremble; Faith without works is dead in itself (James 2:17; 2:19; 2:26). So also is works without Faith.

Those who truly believed Christ and made Him dwell within themselves spoke like this: "And I live, now not I; but Christ lives in me. And that I live now in the flesh: I live in the faith of the Son of God, who loved me, and delivered Himself for me (Gal 2:20). Christ clearly said, Love your enemies, do good to them that hate you. Bless them that curse you, and pray for them that treat you with despite (Luke 6:27).

Question: After hearing all this the brother is in tears saying, there is no hope of salvation for me.

Answer: the Lord said, "With men salvation is impossible; but with God all things are possible" (Matt 19:26) Isais said, "When you return and moan, then you will be saved" (Isa 30.15). The Lord says, "Do penance, for the kingdom of heaven is at hand" (Matt 4:17). Let us purify our hearts, let us weep for our sins, let us quite our vices, let us hear His threats, let us love one another with our whole heart. Let us master our passions.

We must rid ourselves of every bit of sinfulness from our hearts. "Let us then love one another and be loved by God; let us be patient with one another and He will be patient with our sins. Let us not render evil for evil, and we shall not receive our due for our sins." (Maximus)

The Lord has told us as follows:

"Forgive, and you shall be forgiven" (Luke 6:37). If you will forgive men their offenses, your heavenly Father will forgive you also your offenses"(Matt 6:14). Blessed are the merciful, for they shall obtain mercy" (Matt5:7). "With what measure you mete, it shall be measured to you again" (Matt 7:2).

Our salvation is in our will's grasp. Let us give ourselves totally to the Lord. Let us place all our hope in Him alone. Let us love every man sincerely, but put our hope in none. Let us truly do penance. Let us watch and be sober. Let's emulate the Holy apostles and the saints imitating their combats., eagerness, preserve fence, patience, endurance, in long suffering, compassion, meekness, zeal, unfeignedness in love, sublimity in low lioness, plainness in poverty, kindness, clemency.

I encourage you to seek and read the entire article by Saint Maximus


Reference: The Ascetic Life, Vol 21 Ancient Writers, pp 103-135

Living an Orthodox Christian life ( Saint Theophan the Recluse )



To live an Orthodox Christian Life we must fulfill God's Commandments. We must love Him with our whole heart and love our neighbors as we love ourselves. This involves a life of repentance and humility. Key to our adopting an Orthodox Way of Life is the zeal we have been given. The Lord told us "I have come to bring fire on the earth, and how I wish it were already kindled!" (Lk 12:49) Paul continually reminds us to press toward the mark (Phil 3:24). The Church Fathers also remind us of this with words such as "seeking, proposing, fervor, diligence, warmth of spirit, burning, and simply zeal."


This zeal we are speaking of is one combined with love.

St. Nectarios of Aegina tells us,
"The zealot according to knowledge, motivated by the love of God and his neighbor, does all things with charity and self-effacement; he does nothing that might bring sorrow to his neighbor; such a zealot is enlightened by knowledge and nothing prompts him to deviate from what is morally right" (Self-Knowledge, pp. 135-136).


Saint Symeon the New Theologian says,
"For every pursuit and every endeavor involving great toil that does not end up in love and a contrite spirit is futile, and yields no profitable result" (Catechesis I, Sources Chretiennes, Vol. 96, pp. 143-145).


Saint Theophan emphasizes that preserving this zeal is our first priority.
The first job of the Christian ascetic should be the preservation of this zeal and fervor as the source of power for living a God-pleasing life.

Apostle Peter teaches,
"Make every effort to add to your faith goodness; and to goodness, knowledge; and to knowledge self-control, and to self-control, perseverance" (2 Peter 1:5-6).

How do we do this? It requires an inward journey to the heart. Just like our awakening to Christ was transforming, we must continually transform our worldly view into a celestial one.


Saint Theophan advises as follows:
Whoever wishes to preserve an undying zeal should:
a) go within,
b) view the new world and
c) stand in those feelings and thoughts by which he ascend as on
the steps of ladder to the foot stool of the Lord's throne.



Be zealous, therefore, and repent! (Apoc. 3:19)


Ref: Path to Salvation, pp 221-222