Atheism is a mental disorder: it is a terrible ailment of the soul that is difficult to cure. Atheism is a passion that severely oppresses whomever it seizes. It holds in store many misfortunes for its captive, and becomes harmful not only for him but also for others who come into contact with him.
Atheism denies the existence of God. It denies that there is a divine Creator of the universe. It denies
God’s providence, His wisdom, His goodness, and, in general, His divine qualities. Atheism teaches a falsehood to its followers and contrives false theories concerning the creation of the universe. It professes, as Pythia upon a tripod,1 that the creation is an outcome of chance, that it is perpetuated and preserved through purposeless,
random interactions, that its splendor transpired spontaneously over time, and that the harmony, grace, and beauty witnessed in nature are inherent
attributes of natural laws.
Atheism detracts from God, Whom it has denied, His divine characteristics, and, instead, bestows them and His creative power to lifeless and feeble matter. Atheism freely proclaims matter to be the cause of all things, and it deifies matter in order to deny the existence of a superior Being, of a supreme, creative Spirit Who cares for and sustains all things. On account of disbelief, matter becomes the only true entity; whereas the spirit becomes non-existent.
For atheism, the spirit and the soul are egotistical inventions of man, concocted to satisfy his vainglory. Atheism denies man’s spiritual nature. It drags man down from the lofty height where he has been placed by the Creator’s power and grace, and lowers him amongst the rank of irrational animals, which he accepts as ancestors of his distinguished and noblelineage. Atheism does all this in order to bear witness to the words of the Psalm: “Man, being in honor, did not understand; he is compared to the mindless animals, and is become like unto them” (Ps. 48:20).
Atheism detracts faith, hope, and love from the
world, these life-giving sources of true happiness for man, it expels God’s righteousness from the world, and denies the existence of God’s providence and succor. Atheism accepts the laws that exist in nature, yet denies Him Who has appointed these laws. Atheism seeks to lead man to an imaginary happiness; however, it abandons and deserts him in the middle of nowhere, in the valley of lamentation, barren of all heavenly goods, void of consolation from above, empty of spiritual strength, bereft of the power of moral virtue, and stripped of the only indispensable
provisions upon the earth: faith, hope, and love.
Atheism condemns poor man to perdition and leaves him standing alone as prey amidst life’s difficulties. Having removed love from within man, atheism subsequently deprives him of the love from others, and it isolates him from family, relatives, and friends.
Atheism displaces any hope of a better future and
replaces it with despair.
Atheism is awful! It is the worst of all spiritual illnesses!
This tripod was a bronze altar at Delphi, in ancient Greece, upon which the priestess of Apollo named
Pythia sat to utter oracles.
St. Nektarios
http://agapienxristou.blogspot.ca/2013/10/atheism-is-mental-disorder-st-nektarios.html
Γέροντα, σκέφτομαι ότι, αν έβλεπα τόν τροχό της Αγίας Αικατερίνης, θα πέθαινα από τόν φόβο μου! - Άμα πέθαινες, πρίν σε ανεβάσουν στον τροχό, καλά θά ήταν θά ήταν ευλογία άπό τόν Θεό.
Άλλα άν τυχόν ανέβαινες εκεί καί δυσκολευόσουν, εκείνο θά ήταν το βάσανο. Οί Μάρτυρες είχαν καλή διάθεση, βοηθούσε καί ό Χριστός καί άντεχαν στους πόνους.
Τί αγάπη είχαν οί άγιοι Μάρτυρες γιά τόν Χριστό, τί λεβεντιά!
Ή Αγία Σολομονή μέ τά επτά παιδιά της[1], ενας-ενας, μαρτύρησαν όλοι. Ό Άγιος Λογγΐνος[2] έκανε τραπέζι σ' αυτούς πού πήγαν νά τόν συλλάβουν καί τους φιλοξένησε.
Εκείνοι βιάζονταν νά τους δείξη ποιος είναι ό Λογγϊνος, γιά νά τόν αποκεφαλίσουν καί εκείνος τους έλεγε: «Θά σας τόν δείξω!». Όταν τους είπε ότι είναι ό ίδιος, εκείνοι δίστασαν, άλλα ό Άγιος Λογγϊνος τους παρακάλεσε νά εκτελέσουν την εντολή πού είχαν, καί έτσι τόν αποκεφάλισαν.
Καί ό Άγιος Γεδεών ό Καρακαλληνός[3] τί καρτερία είχε! «Πάρτε το χέρι, είπε στους δήμιους, πάρτε καί το πόδι, πάρτε καί τήν μύτη. Γιά νά μην τά πολυλογώ, πάρτε τα όλα!». Φοβερό!
Άλλα, γιά νά φθάση ό άνθρωπος σ' αυτό το σημείο, πρέπει νά μην άγαπάη τόν εαυτό του και νά άγαπάη
τόν Θεό. Ή μητέρα μπαίνει μέσα στην φωτιά, γιά νά σώση το παιδί της. Επειδή ή αγάπη της είναι ισχυρότερη από το κάψιμο της φωτιάς, δεν καταλαβαίνει πόνο.
Ή αγάπη γιά το παιδί της σκεπάζει τόν πόνο. Πόσο μάλλον ή αγάπη γιά τόν Χριστό!
Γιά τόν Άγιο πού προχωρεί στο μαρτύριο, ή αγάπη του γιά τόν Χριστό είναι ανώτερη άπό τόν πόνο, γι' αυτό και τόν εξουδετερώνει. Το μαχαίρι του δημίου το ένιωθαν οι Μάρτυρες γλυκύτερο και άπό τό δοξάρι τοϋ βιολιού.
Όταν φούντωση ή αγάπη γιά τόν Χριστό, τότε τό μαρτύριο είναι πανηγύρι· ή φωτιά ανακουφίζει καλύτερα άπό λουτρό, γιατί τό κάψιμο χάνεται άπό τό κάψιμο της θείας αγάπης. Τό γδάρσιμο είναι χαΐδεμα.
Ό θείος έρωτας παίρνει τήν καρδιά, παίρνει και τό μυαλό, καί τρελλαίνεται ό άνθρωπος. Δεν καταλαβαίνει ούτε πόνο ούτε τίποτε, γιατί ο νους του είναι στον Χριστό καί πλημμυρίζει ή καρδιά του άπό χαρά.
Πόσοι Άγιοι πήγαιναν στό μαρτύριο καί ένιωθαν τέτοια χαρά, λες καί πήγαιναν σέ πανηγύρι! Ό Άγιος Ιγνάτιος[4] έτρεχε στό μαρτύριο και φώναζε: «Αφήστε με νά μαρτυρήσω, αφήστε με νά με φάνε τά θηρία».
Τήν χαρά πού ένιωθε εκείνος δεν τήν αισθάνεται ούτε ένας νεαρός ερωτευμένος πού λέει: «Θέλω αυτήν νά παντρευτώ καί δεν υπολογίζω κανέναν, ούτε μάνα ούτε πατέρα». Άπό τήν τρέλλα τοϋ ερωτευμένου μεγαλύτερη ήταν ή «τρέλλα» τοϋ Αγίου Ιγνατίου.
Όλοι οι Άγιοι αγωνίσθηκαν γιά τήν αγάπη τοϋ Χριστού. Οι άγιοι Μάρτυρες έχυσαν τό αίμα τους, οι Όσιοι Πατέρες έχυσαν ιδρώτες καί δάκρυα, έκαναν πνευματικά πειράματα στον εαυτό τους, σάν καλοί βοτανολόγοι, ταλαιπωρήθηκαν οι ίδιοι άπό αγάπη προς τόν Θεό καί προς τήν εικόνα τοϋ Θεοΰ, τόν άνθρωπο, γιά νά μας αφήσουν τις πνευματικές τους συνταγές.
Έτσι προλαβαίνουμε το κακό ή θεραπεύουμε μια πνευματική αρρώστια μας καί αποκτάμε υγεία καί, εάν φιλοτιμηθούμε να τους μιμηθούμε στους αγώνες, μπορούμε ακόμη καί να αγιάσουμε.
Δεν συγκρίνονται, φυσικά, όλοι οι αγώνες τών Όσίων, οι νηστείες, οι αγρυπνίες κ.λπ., ούτε καί τα βασανιστήρια όλων τών αγίων Μαρτύρων μέ το Πάθος τού Κυρίου μας, διότι όλους τους βοηθούσε ό Χριστός θεϊκά, καί γλυκαίνονταν οι πόνοι τους από τήν μεγάλη Του αγάπη.
Στον εαυτό Του όμως ό Χριστός δεν χρησιμοποίησε καθόλου τήν θεϊκή Του δύναμη καί υπέφερε τον πολύ πόνο στο ευαίσθητο Σώμα Του από τήν πολλή αγάπη προς το πλάσμα Του.
Αυτήν τήν αγάπη τού Χριστού προς τον άνθρωπο εάν αισθανθή κανείς, τότε μόνο θά είναι καί εσωτερικά πραγματικά άνθρωπος.
Αλλιώς θά είναι πιο αναίσθητος καί από τά δημιουργήματα τού Θεού, αφού ό ήλιος αισθάνθηκε το Πάθος τού Κυρίου καί σκοτείνιασε, γιατί δέν άντεχε νά το βλέπη. Ή γη, καί αυτή τρόμαξε, όταν το είδε.
Οι πέτρες, καί αυτές κομματιάσθηκαν. Οι τάφοι, καί αυτοί σείσθηκαν τόσο δυνατά, πού ξύπνησαν πολλούς κεκοιμημένους από χρόνια καί τους έβγαλαν έξω νά διαμαρτυρηθούν γιά τήν αχάριστη αυτή συμπεριφορά τών ανθρώπων προς τον Ευεργέτη καί Λυτρωτή τους Θεό.
1. Ή μνήμη τους εορτάζεται τήν 1η Αύγουστου.
2. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 16 Όκτωβρίου.
3. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 30 Δεκεμβρίου.
4. Ή μνήμη του εορτάζεται στις 20 Δεκεμβρίου.
Απόσπασμα από τις σελίδες 237 -239 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Πηγή : http://agapienxristou.blogspot.ca/2014/12/blog-post_38.html
Πηγή: http://anavaseis.blogspot.com
“Those who fall cannot give the excuse that the trials or temptations they encounter are greater then the power they have to defeat them.”
The tests that the devil brings upon us do not surpass the human power to endure. For if it surpasses this power, man would be at no fault for not enduring and overcoming them.
So those who fall cannot give the excuse that the trials or temptations encountered, were greater then the power they had to defeat them.
Of course, things get complicated, given that man cannot overcome these trials by his power alone, but also with the power of God.
And the power given to man form Above, is granted as such, not to make his effort useless or to require an effort that man could not bare.
Exceptions exist with the wonders (miracles) that are worked though some. But even in these cases, the supernatural power grated to man, is at the measure of his supernatural faith.
However, the line between the order of nature and the supernatural is difficult to draw and (is) very subtle.
In the faithful, this supernatural power, penetrating their being, lifts up their powers at various levels.''
(Father Dumitru Stăniloae, 329 note to “The Ascetic Words” of Saint Isaac the Syrian , Philokalia IX)
- Γέροντα, αυτόν τον καιρό, στενοχωριέμαι πολύ.
- Γιατί στενοχωριέσαι; Βούλιαξαν τα καράβια σου; Πού τα έβγαλες και βούλιαξαν ; στον Ατλαντικό; Καλά, βγάζουν τα καράβια με τέτοιο καιρό στον ωκεανό; Πόσα βούλιαξαν;
- Όλα, Γέροντα, βούλιαξαν.
- Ε, τότε είσαι ακτήμων και μπορείς να γίνης καλή μοναχή! Γιατί δεν δοξάζεις διαρκώς τον Θεό; Τί σου λείπει; Να έχη λύπη ένας άνθρωπος που βρίσκεται μακριά από τον Χριστό, το καταλαβαίνω∙ αλλά να έχη λύπη ένας που είναι κοντά στο Χριστό , δεν το καταλαβαίνω, γιατί , και πόνο να έχη, ο πόνος του μελώνεται από τον Χριστό.
Όπως έχω καταλάβει, στον άνθρωπο δεν υπάρχει φαρμάκι, γιατί, αν το φαρμάκι ακουμπήσει στον Χριστό, γίνεται γλυκό σιρόπι. Όποιος έχει μέσα του φαρμάκι ,σημαίνει ότι δεν ακουμπάει τα προβλήματά του στον Χριστό.
Η χαρά είναι του Χριστού, η λύπη είναι του διαβόλου. Όταν βλέπω μοναχό να είναι σαν ζημιωμένος μπακάλης, ξέρετε πως στενοχωριέμαι; Άλλο η κατά Θεόν λύπη, το χαροποιόν πένθος. Τότε ο άνθρωπος αγάλλεται. Η σιωπή, η συστολή που έχει, στάζουν μέλι στην καρδιά του. Όταν δω έναν τέτοιον άνθρωπο, να του φιλήσω και τα πόδια.
- Γέροντα, από πού θα καταλάβει κανείς αν η λύπη του είναι πράγματι κατά Θεόν;
- Ας υποθέσουμε , κάνει μια αμαρτία ο άνθρωπος και λυπάται. Αν λυπάται από καθαρό φιλότιμο για την πτώση του, γιατί στενοχώρησε τον Χριστό, νιώθει μέσα του έναν γλυκό πόνο, γιατί ο Θεός σκορπά στην ψυχή του γλυκύτητα, την θεία παρηγοριά. Αυτή η λύπη, είναι κατά Θεόν. Ενώ, όταν κανείς νιώθη συνεχή λύπη με άγχος και απελπισία, πρέπει να καταλάβη ότι αυτή η λύπη δεν είναι κατά Θεόν. Η κατά Θεόν λύπη είναι χαρά πνευματική και φέρνει στην ψυχή παρηγοριά, ενώ η λύπη που δεν είναι κατά Θεόν φέρνει άγχος και αδιέξοδο.
- Και όταν ,Γέροντα, ένας πνευματικός άνθρωπος στενοχωριέται, επειδή κάποιος αιρετικός χρησιμοποιεί το όνομά του και κάνει κακό στους ανθρώπους;
- Αυτή η στενοχώρια είναι δικαιολογημένη και πρέπει να στενοχωρηθεί ο άνθρωπος, γιατί βλάπτονται πολλοί. Και σ’ αυτήν όμως την περίπτωση η αντιμετώπιση πρέπει να είναι πνευματική. Αν τοποθετηθή ταπεινά και πη : «Θεέ μου, δεν θέλω να πάθουν κακό οι άνθρωποι∙ φώτισέ τους να καταλάβουν την αλήθεια», αναπαύεται. Ενώ, αν αρχίση να αγωνιά και να λέη: «τί να κάνω; χρησιμοποιούν το όνομά μου και καταστρέφονται ψυχές» κ.λπ., ανάπαυση δεν θα έχη. Πάντως, όταν κανείς δεν έφταιξε και έχη αναπαυμένη την συνείδησή του, ακόμη κι αν οι άλλοι τον πληγώνουν, εκείνος νιώθει μέσα του μεγάλη παρηγοριά.
Από το βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2007
http://agapienxristou.blogspot.ca/2013/04/blog-post_3424.html