Translate

Saturday, December 13, 2014

Elder Paisios heals a child - Αδημοσίευτο θαύμα του γέροντος Παϊσίου στην Αργολίδα



Elder Paisios depicted giving a child a loukoumi
The doctors were disillusioned, as my parents later told me, that they had to go make a surgical incision in my chest to relieve the fluid that that collected around my lungs. My young age, however, made this intervention even more difficult. The necessary tests were performed on that Friday, which showed that things were totally bleak, so at the meeting of the Physicians, they decided to go ahead the next Monday with further tests and the ultimately the surgical procedure.

On Friday evening, while I was sleeping in bed with the protective railings up, my mother was sleeping in a chair next to me, and something immediately woke me up, and I saw an elderly monk enter in from the door to the balcony. He turned towards me, put down the iron railing, and made the sign of the cross, blessing me three times. I was startled, and with joyous surprise, I cried out loudly to my mother who was next to me, but she, strangely, did not here me. That unknown monk smiled lovingly, and then left straightaway.

When my mother awoke the next morning, she saw with astonishment that the railing was down, and that I was cheerful. I explained as best I could at that age about this wondrous visit by a monk, and they began to show me different pictures of Saints so I could indicate which that monk might resemble. My gaze, however, fell on the picture of Elder Paisios from a book from the Holy Monastery of Souroti which my mother was reading those days.


On Monday, the doctors performed the prerequisite tests, and then were speechless. They confirmed the wondrous improvement in my health. The surgery was cancelled, and in a few days, I returned joyously to my home again. So great was the happiness and gratitude of my parents for this miracle of Elder Paisios, that my next brother that was born they named Arsenios.




Through the prayers of our Holy Fathers, Lord Jesus Christ our God, have mercy on us and save us! Amen!

http://full-of-grace-and-truth.blogspot.ca/2014/07/elder-paisios-heals-child.html



----------------------------------------------------------------------------------------------


«Οι Γιατροί είχαν απογοητευθεί, όπως μου είπαν κατόπιν οι γονείς μου, και θα έπρεπε επειγόντως να προβούν σε διάνοιξη τομής στο μέρος του στήθους για να αντλήσουν τα υγρά που είχαν συσσωρευθεί στους πνεύμονές μου.
 

Η μικρή μου ηλικία όμως παράλληλα έκανε δυσκολότερη κάθε προσπάθεια επεμβάσεως. Έγιναν οι απαραίτητες εξετάσεις την Παρασκευή, οι οποίες ήταν υπερβολικά δυσοίωνες και αποφασίστηκε από το συμβούλιο των Ιατρών να
προβούν την ερχόμενη Δευτέρα σε επανεξετάσεις και στην οριστική χειρουργική επέμβαση.
 

Την Παρασκευή το βράδυ και ενώ κοιμόμουν στο κρεβάτι με ανεβασμένα τα προστατευτικά κάγκελα η Μητέρα μου καθόταν και κοιμόταν και εκείνη σε μία καρέκλα δίπλα μου κάτι με ξυπνάει και αμέσως και βλέπω να εισέρχεται από την μπαλκονόπορτα ένας ηλικιωμένος Μοναχός.
 

Στράφηκε προς το μέρος μου, κατέβασε τα σιδερένια κάκελα και κάνοντας το σημείο του Σταυρού με ευλόγησε τρείς φορές. Εγώ ξαφνιασμένη και με χαρούμενη έκπληξη φώναζα δυνατά στην Μητέρα μου που βρισκόταν ακριβώς δίπλα μου αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο δεν με άκουγε.Μου χαμογέλασε στοργικά ο άγνωστος εκείνος καλόγερος και κατόπιν αποχώρησε.Όταν το πρωΐ ξύπνησε η Μητέρα μου είδε έκπληκτη τα κάγκελα κατεβασμένα και εμένα ευδιάθετη.
 

Της ανέφερα, όσο μπορούσα να μιλήσω σε εκείνη την ηλικία, το θαυμαστό γεγονός της επισκέψεως
ενός Μοναχού και τότε άρχισε να μου δείχνει διάφορες φωτογραφίες από Αγίους για να της δείξω σε ποιον έμοιαζε ο καλόγερος αυτός.
 

Το βλέμμα μου όμως έπεσε επάνω στην φωτογραφία του Γέροντος Παϊσίου από ένα βιβλίο της Ι.Μονή Σουρωτής που διάβαζε εκείνες τις ημέρες η μητέρα μου.Την Δευτέρα έγιναν οι σχετικές εξετάσεις και οι Γιατροί τότε άφωνοι διαπίστωσαν την θαυμαστή εξέλιξη της υγείας μου. Το χειρουργείο ακυρώθηκε και μετά από λίγες ημέρες γύρισα χαρούμενη και πάλι στο σπίτι μου.
 

Τόση ήταν η ευτυχία και η ευγνωμοσύνη των Γονέων μου για το αναφερόμενο θαύμα του π.Παϊσίου που στο επόμενο αδελφάκι μου που γεννήθηκε έδωσαν το όνομα Αρσένιος.»
Πηγή:Ι.Ναός Γενεσίου Της Θεοτόκου Ναυπλίου

http://estavromenos.blogspot.ca/2014/07/blog-post_29.html

Δεν αμάρτησες που “δοκίμασες” το φαγητό ( Αγιος Πορφύριος )


Εγώ πάντα νήστευα. Έκανα όπως όλες οι μητέρες που δεν θέλουν δυστυχώς να στερούν τα παιδιά τους. Τα έβαζα να νηστεύουν τρεις μέρες μόνο.

Επίσης είχα τη συνήθεια, όταν έκανα κρέμα, να βάζω το δάχτυλό μου μέσα και να τη γεύομαι. Κάπου με βασάνιζε αυτό αν ήταν αμαρτία, και το σκεφτόμουνα.

Μια μέρα το Δεκαπενταύγουστο συγκεκριμένα, είχα ξένους και ντρεπόμουνα να πω: «Εγώ δεν τρώω, να ετοιμάσω μόνο για σας». Έφερα λοιπόν, μπριζόλες και πατάτες και αναγκάστηκα να φάω μαζί τους. Πήγα μετά στον Γέροντα και του είπα και για τα δυο.

Μου λέει: «Έλα μωρέ που έκανες έτσι και τάχα αμάρτησες.

Απλώς γεύτηκες κάτι για να δεις εάν είναι γλυκό ή αλμυρό. Για το φαγητό όμως δεν έπρεπε να το κάνεις. Άλλη φορά να μην το ξανακάνεις».
Από το βιβλίο «Ανθολόγιο Συμβουλών»


  Αγιος Πορφύριος

Πρέπει να κάνουμε τα πράγματα για τη δόξα του Θεού ( γεροντικο )

 Κάποιος από τους Πατέρες είπε ότι οι μοναχοί τρία πράγματα τιμούν ιδιαίτερα, πού κι εμείς πρέπει να τα πλησιάζουμε με φόβο και τρόμο και χαρά πνευματική. Αυτά είναι η κοινωνία των αγίων μυστηρίων, η τράπεζα των αδελφών και ο νιπτήρας τους.
Έφερε και ανάλογο παράδειγμα:
Ένας Γέροντας, μεγάλος διορατικός, μια μέρα ήταν μαζί με πολλούς αδελφούς. Την ώρα που αυτοί έτρωγαν, ο Γέροντας καθισμένος στο τραπέζι πρόσεχε με το πνεύμα του, κι έβλεπε άλλους να τρώνε μέλι, άλλους ψωμί, άλλους κόπρο. Απορούσε μέσα του, και παρακαλούσε τον Θεό:
«Κύριε, φανέρωσέ μου αυτό το μυστηριώδες πράγμα, ότι οι ίδιες τροφές είναι μπροστά σε όλους πάνω στο τραπέζι, όμως την ώρα που τρώνε φαίνονται τόσο αλλαγμένες, ώστε άλλοι τρώνε μέλι, άλλοι ψωμί και άλλοι κόπρο».
Ήρθε φωνή από ψηλά που έλεγε:
«Αυτοί που τρώνε το μέλι είναι όσοι με φόβο και τρόμο και πνευματική χαρά κάθονται στο τραπέζι, και η προσευχή τους είναι ακατάπαυστη, έτσι η ευχή τους σαν θυμίαμα ανεβαίνει στον Θεό, γι αυτό και τρώνε μέλι.
Αυτοί που τρώνε το ψωμί είναι εκείνοι που ευχαριστούν για το ότι τρώνε αυτά που δωρίζει ο Θεός. Αυτοί που τρώνε την κόπρο είναι όσοι γογγύζουν και λένε: Αυτό είναι καλό και κείνο σάπιο.
Δεν πρέπει έτσι να σκέφτεται κανείς, αλλά μάλλον να δοξολογεί τον Θεό και να τον υμνολογεί, για να εκπληρωθεί το ρητό:
«Είτε τρώτε είτε πίνετε είτε κάτι άλλο κάνετε, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού».

Γεροντικο

Εγκώμια του Οσιου Σπυρίδωνα Τρυμιθούντος



Στάσις α . Ήχος πλ. α . Η ζωή εν τάφω.
Μακαρίζομέν σε, Ιεράρχα Χριστού, και τιμώμεν την σορόν των λειψάνων σου, ως πηγάζουσα ιάματα πιστοίς.

Μακαρίζομέν σε, Ιεράρχα Χριστού, και τιμώμεν την σορόν των λειψάνων σου, ως προχέουσαν ιάσεων πηγάς.

Μακαρίζομέν σε, ω Σπυρίδων σοφέ, και τιμώμεν την αγίαν σου λάρνακα, δι’ ης πάσι τας ιάσεις χορηγείς.

Μακαρίζομέν σου, την αγίαν ψυχήν, ην εις άνω μετά δόξης οι Άγγελοι, προσεκόμισαν τω πάντων βασιλεί.

Μακαρίζομέν σε, των ποιμένων φωστήρ, εκκλησίας οχυρότατον έδρασμα, Ιεράρχα και δογμάτων θησαυρέ.

Των πραέων τύπος, αναδέδειξαι συ, καὶ πασών των αρετών το θησαύρισμα, βασιλείας Ιεράρχα κοινωνέ.

Εκ ποιμνίου ώσπερ, τον Δαυΐδ ω σοφέ, ο των πάντων Ιεράρχης και Κύριος, σε ανέθετο εις ποίμνην λογικήν.

Του Δαυΐδ το πράον, μιμησάμενος συ, και το άπλαστον Μωσέως μιμούμενος, ανεδείχθης όλος οίκος του Θεού.

Ζης και μετά μόρον, ώσπερ έφη Χριστός· ο πιστεύων εις εμέ φησί ζήσεται, μη δεξάμενος θανάτου την φθοράν.
Ιακώβ εδείχθης, πάσιν άλλος ημίν, πράος όντως ιλαρός τε και μέτριος, Ιεράρχης άκακος θεοσεβής.

Αβραάμ εκτήσω, το φιλόξενον συ, του Αυσίτιδος Ιώβ τε το άμεμπτον, και τον ζήλον του Προφήτου Ηλιού.

Ενώχ μετετέθη, ευαρεστήσας Θεώ· σου δε όλος Πάτερ μετάθεσις, υπήρχεν ο βίος, Θεού ευαρεστούντος.

Ιώβ άλλος ώφθης, συ Αυσίτης σοφέ, άμεμπτος αληθινός και ακέραιος, απερχόμενος εκ πράγματος κακού.

Πέτρου θείον ζήλον, εκμιμήσω καλώς· όθεν ουρανών τας κλεις έλαβες, ως εκείνος ω Σπυρίδων σοφέ.

Νοητός εδείχθης, ωκεάνειος ρους· τη πλημμύρα των πανσόφων λογίων σου, κατεξήρανας αιρέσεων πηγάς.

Ως αστήρ εφάνης, εν Συνόδω το πριν, τον γαυρότατον αισχύνας φιλόσοφον, και το κράτος τοις πιστοίς παρεσχηκώς.

Ποταμός εδείχθης, νειλοάνειος συ, πλημμυρείς των σων θαυμάτων το έλεος, και ιάσεις επιχέεις τοις πιστοίς.

Αρετών εις ύψος, αναβάς ω σοφέ, τω Θεώ καθαρωτάτως ωμίλησας, ου της θείας αίγλης λάμπρυνον ημάς.

Των χηρών προστάτης, και πατήρ ορφανών, των πενήτων χορηγός παναοίδιμε, συ εγένου και πενθούντων χαρμονή.

Από των περάτων, έως άκρου της γης, η λαμπρότης σων θαυμάτων εφήπλωται, και φωτίζει τας καρδίας των πιστών.

Ουδείς καταφεύγων, επί σε θαυμαστέ, και αιτείται θεραπείαν του σώματος, εκπορεύεται κενός θαυματουργέ.

Η σορός η θεία, των λειψάνων των σων, καθεκάστην χορηγεί τα ιάματα, τοις πιστώς προσερχομένοις εν αυτή.

Κερκυραίων νήσος, δεύτε δράμε τανύν, εορτάσαι την σεβάσμιον κοίμησιν, του σεπτού σου πολιούχου φαιδρώς.

Τριμυθούντων κλέος, και ποιμήν αληθής, εγκαλλώπισμα Οσίων μακάριε, τους υμνούντάς σε νυν ρύου συμφοράς.

Κερκυραίων πόλις, νυν χορεύει λαμπρώς, εκτελούσα εορτήν σου την πάνσεπτον, Ιεράρχα επισκόπων ο φωστήρ.

Τους υμνούντας πόθω, την σην μνήμην σοφέ, διατήρησον ατρώτους εκ βλάβης τε, πονηράς Ιεραρχών η καλλονή.

Κερκυραίων νήσος, νυν συντήρει σοφέ, σκέπε φρούρει διαφύλαττε πάντοτε, παρακλήσεσι σεπταίς σου προς τον Θεόν.

Την ψυχήν μου Πάτερ, εκ παντοίων κακών, διατήρησον ευχαίς σου απήμαντον, όπως πίστει σε και πόθω προσκυνώ.

Τη φρικτή εν ώρα, όταν μέλλω σοφέ, εις το βήμα το φρικώδες παρίστασθαι, εύροιμί σε Ιεράρχα βοηθόν.

Δέξαι μου τον ύμνον, καν ελάχιστος η, καν και μέγα ου προσφθέγξαι δυνήσομαι, συ μοι έμπνευσον λόγον εις το εξής.

Δόξα Πατρί...
Μετά της πανάγνου, Θεοτόκου σοφέ, καθικέτευε δοθήναί μοι άφεσιν, των πταισμάτων και δεινών απαλλαγήν.
Και νυν.
Στόματι και γλώσση, και ψυχή και νοΐ, και καρδία τε και χείλεσιν Άχραντε, Θεοτόκε αληθώς σε προσκυνώ.

Στάσις β . Ήχος πλ. α . Άξιον εστί.
Άξιον εστί, μακαρίζειν σε τον Ιεράρχην, ως των θλιβομένων παράκλησιν, και των εν ανάγκαις θερμόν προστάτην.

Άξιον εστί, μακαρίζειν σε τον Ιεράρχην, ως των ασθενούντων παράκλησιν, και των θλιβομένων παρήγορον τον θείον.

Άξιον εστί, μακαρίζειν σε Σπυρίδων μάκαρ, ως των λυπουμένων παράκλησιν, και των κωφευόντων ταχύν τε ιατήρα.

Και τις ικανός, διηγήσασθαι των σων θαυμάτων, Πάτερ το αμέτρητον πέλαγος, α και ζων ετέλεις και μετά μόρον μάκαρ.

Αδάμ εντολήν, μη φυλάξας της Εδέμ ερρίφθη, συ λαβών δε ταύτην εφύλαξας, και του Παραδείσου τετύχηκας θεόφρον.

Δεύτερος σοφέ, αναδέδειξαι Ηλίας μάκαρ, όμβρους ουρανίους κατήγαγες, προσευχή σου θεία Σπυρίδων θεοφόρε.

Όντως Ιωσήφ, ανεφάνης Πάτερ σιτοδότης, όμβρον ουν τη γη εχορήγησας, έθρεψας πεινώντας εις ευθήνιαν μάκαρ.

Άλλος Μωϋσής, ανεφάνης επί γης παμμάκαρ, ράβδον γαρ εις όφιν πάλαι πεποίηκε, συ δε εις χρυσίου μετέβαλες Σπυρίδων.

Ελισσαίος συ, αναδείκνυσαι άλλος θεόφρον, έστησας ποτάμια ρεύματα, και σον φίλον μάκαρ διέσωσας εν τάχει.

Έβλεψας σοφέ, εις ψυχής αθεωρήτους πόνους, πόρνης μηδαμώς προσψαυσάσης σου, εξειπών τα ταύτης συγγνώμην εδωρήσω.

Σου τη αστραπή, τη των λόγων κατέκαυσας Πάτερ, πάλαι λήρον όντως φιλόσοφον, εν τη πρώτη μάκαρ συνόδω Νικαέων.

Εις εστί Θεός, τρισυπόστατος εβόας μάκαρ, Άρειον τον άλογον ήλεγξας, και πιστοίς το κράτος εκύρωσας Σπυρίδων.

Ω θαύμα φρικτόν, ως Χριστός επί Λαζάρω πάλαι, ούτω προσεφώνησας συ σοφέ, την νεκτάν εν τάφω και λόγον απέδωκέ σοι.

Επαίδευσας ποτέ, δι’ αιγός πλεονεξίας μάκαρ, αρπαγής απέχεσθαι πάντοτε, και τολμήσαι μήπω εράν των αλλοτρίων.

Νόσου τε δεινής, βασιλέως Πάτερ τετρυχότος, Κωνσταντίου ταύτης απήλλαξας, σεπταίς πρεσβείαις προς Κύριον Σπυρίδων.

Γνώσας μαθητού, Τριφυλλίου εν τοις βασιλείοις, βλέποντος ποτέ και θαυμάζοντος, έλεγες Σπυρίδων τι τα κενά λογίζη;

Βάρβαρος γυνή, προσεπούσα τοις ποσί σου μάκαρ, ήτει του παιδός αυτής αναβίωσιν, παραχρήμα δ’ αύθις εζώωσας Σπυρίδων.

Έσχες εν φαιδρώ, σου τω σχήματι Αγγέλους Πάτερ, σοι συλλειτουργούντας και ψάλλοντας, ότε απεδίδως Κυρίω τας ευχάς σου.

Σου τη κεφαλή, εναπέκειντο ψεκάδες Πάτερ, ώρα τη του θέρους και καύσωνος, τιμήν υπερτέραν δηλούσαι Ιεράρχα.

Δόξαν τε κενήν, και υπέροφρυν φθογγήν Λευΐτου, μάκαρ πληκτικώς απεκώφωσας, έσχατον δε πάλιν έλυσας Ιεράρχα.
Γυναίκα ποτέ, μοιχευθείσαν και μη δεχομένην, την εξομολόγησιν πάνσοφε φευ! επιτήμησας παρέδωκας θανάτω.

Ήλεγξας σοφέ, κακοδόξων τας αιρέσεις Πάτερ, άγαλμα δε τούτων συνέτριψας, προσευχή σου θεία Σπυρίδων θεοφόρε.

Δόξα Πατρί.
Έπρεπεν ημίν, ως ο θείος ανεβόα Παύλος, τοιούτος αρχιερεύς Όσιος, αμίαντος πράος και άκακος Σπυρίδων.
Και νυν.
Δέσποινα σεμνή, Παναγία Θεοτόκε Κόρη, Σε καθικετεύω και δέομαι, μη με απορρίψης από του σου προσώπου.

Στάσις γ . Αι γενεαί πάσαι.
Αι γενεαί αι πάσαι, μακαρίζομέν σε, Σπυρίδων θεοφόρε.

Σε μακαριούμεν, των Αρχιερέων, κειμήλιον το θείον.

Άγγελος εφάνης, επί γης τρισμάκαρ, ουράνιος θεόφρων.

Φίλος ανεδείχθης, γνήσιος του πάντων, Θεού θαυματοφόρε.

Ποτάμια ρείθρα, έστησας Σπυρίδων, ση προς Θεόν δεήσει.

Νεκρούς ει αναστήσας, τη προσευχή σου μάκαρ, ως του Θεού θεράπων.

Ιεράρχα Πάτερ, Σπυρίδων θεοφόρε, σώζε τους σε υμνούντας.

Τους ευρύθμους ψάλτας, της σης υμνωδίας, φύλαττε εις αιώνα.

Δέσποινα Παρθένε, μετά του Ιεράρχου, σκέπε τους σε υμνούντας.

Έτερα. Ιδιόρρυθμα.

Ήχος πλ. α .

Σε τον Ιεράρχην, μακαρίζομεν πάντες οι ευσεβείς ως θεράποντα Χριστού του Θεού.

Σε Θεού θεράπων, μακαρίζομεν πάντες οι γηγενείς ως μεσίτην προς Χριστόν τον Θεόν.

Σε δοξάζει μάκαρ, ο των πάντων Ιεράρχης και Θεός, ως δοξάσαντα εν πάσιν αυτόν.

Σε Σπυρίδων μάκαρ, μακαρίζει των πιστών η πληθύς, ως μακάριον ποιμένα και καλόν.

Θάλασσα εδείχθης, των θαυμάτων ξένη όντως σοφέ, και βραβεύεις πάσιν ίασιν νυν.

Συν Αγγέλοις άδων, τον Τρισάγιον ύμνον τω ποιητή, των τιμώντων σε μνημόνευε σοφέ.

Θεόφρων Σπυρίδων, χαίροις άνω εντρυφών τοις αγαθοίς, οις χαρίτωσον και ημάς τους πιστούς.

Έτερα. Ήχος γ .
Τον ποιμένα τον μέγαν, τον εκ του ποιμνίου, Σπυρίδωνα τον θείον, υμνήσωμεν συμφώνως.

Των Αρχιερέων κρηπίς ανεδείχθης και στύλος ευσεβείας, Σπυρίδων θεοφόρε, πτωχών δε πλουτοδότης.

Συνόδω τη πρώτη, σε Θεός δοξάζει, Άρειον τον άνουν, μωραίνοντα σοις λόγοις, Σπυρίδων Ιεράρχα.

Η σορός των λειψάνων, βρύει καθ’ εκάστην, ιάματα Σπυρίδων, τοις πίστει προσιούσιν, εν τη θερμή σου σκέπη.

Θαυμάσιε Σπυρίδων, δέξαι μου τον ύμνον, και βράβευσόν μοι χάριν, εξ ύψους θεοφόρε, ίνα σε μακαρίζω.

Έτερα. Θεοτοκία.
Ακατάφλεκτε βάτε, αλατόμητον όρος, πόλις του μεγάλου βασιλέως, χαίρε Κόρη.

Βάτον καιομένην, και μη φλεγομένην, προεώρα πάλαι, Μωϋσής ο θεόπτης, εν τω Σιναίω όρει.

Γην την παναγίαν, τέξασαν ασπόρως, άσταχυν τον θείον, Χριστόν τον ζωοδότην, υμνήσωμεν απαύστως.

Δέσποινα Παρθένε, Μαρία Θεοτόκε, μετά του Ιεράρχου, Σπυρίδωνος του θείου, φώτιζε τους σε υμνούντας.
Πυρίμορφε στύλε, ολόφωτε λυχνία, λαβίς ανθρακοφόρε, και Σκηνή και Πόκε χαίρε.

Ζωηφόρε πανύμνητε, ζώωσόν με μόνη, η πρόξενον τεκούσα, ζωής της αϊδίου, ίνα σε μεγαλύνω.

Οδηγήτρια πάναγνε, ρύσαι πάσης βλάβης, το λάχος του Υιού σου, βαρβάρων των αθέων, σοι γαρ ελπίζει μόνη.

Χαίροις θρόνε πυρίμορφε, χαίροις στάμνε θεία, και κλίνη και λυχνία, χρυσόμορφε καθέδρα, χαίροις και πάλιν χαίροις!

Την ανερμηνεύτως Κόρην, τον ένα της Τριάδος, συλλαβούσαν και αποτεκούσαν, λόγοις Προφητών τε, υμνήσωμεν συμφώνως.

Ω φωτός δοχείον, του ενυποστάτου, λάμπρυνον ψυχής μου, και σώματος τας κόρας, ίνα σε μεγαλύνω.

Μητέρα και γιος έχουν μία συζήτηση



Ένα μικρό αγόρι ρώτησε τη μαμά του: “Γιατί κλαις μαμά;”
-”Γιατί είμαι γυναίκα” του είπε.
-”Δεν καταλαβαίνω” είπε το μικρό.
Η μαμά του απλά το αγκάλιασε και είπε “και ούτε ποτέ θα καταλάβεις….”
Αργότερα το μικρό αγόρι ρώτησε τον μπαμπά του: “Γιατί η μαμά κλαίει χωρίς λόγο;”
-”Όλες οι γυναίκες κλαίνε χωρίς λόγο!” ήταν το μόνο που μπορούσε να πει ο μπαμπάς του.
Το αγοράκι μεγάλωσε και έγινε άντρας, έχοντας ακόμα την απορία για ποιό λόγο κλαίνε οι γυναίκες.
Κάποια στιγμή είχε μια συζήτηση με τον Θεό.
Τότε Τον ρώτησε:
“Θεέ μου, γιατί οι γυναίκες κλαίνε τόσο εύκολα;”
Και τότε ο Θεός του είπε:
- “Όταν δημιούργησα την γυναίκα έπρεπε να είναι ξεχωριστή. Έφτιαξα τους ώμους της δυνατούς αρκετά ώστε να σηκώνουν τα βάρη του κόσμου και απαλά για να προσφέρουν ανακούφιση.
Της έδωσα εσωτερική δύναμη για να μπορεί να υπομένει τις γεννήσεις και την απόρριψη που καμιά φορά προέρχεται από τα παιδιά της. Της έδωσα σκληράδα που της επιτρέπει να συνεχίζει όταν οι υπόλοιποι τα έχουν παρατήσει, και να φροντίζει την οικογένεια της μέσω αρρώστιας και κούρασης χωρίς να παραπονιέται.
Της έδωσα ευαισθησία ώστε να αγαπάει τα παιδιά της κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ακόμα και όταν αυτά την πληγώνουν. Της έδωσα δύναμη ώστε να αντέχει τον άντρα της με τα ελαττώματα του και την έπλασα από το πλευρό του για να προστατεύσω την καρδιά του.
Της έδωσα σοφία να γνωρίζει ότι ένας σύζυγος ποτέ δεν πληγώνει την γυναίκα του, απλά ελέγχει τις δυνάμεις της και την αποφασιστικότητα της να παραμείνει δίπλα του χωρίς αμφιβολίες.
Βλέπεις γιέ μου ’είπε ο Θεός‘, η ομορφιά της γυναίκας δεν είναι στα ρούχα που φοράει, στη μορφή που έχει ,ούτε στον τρόπο που φτιάχνει τα μαλλιά της…
Η ομορφιά της γυναίκας είναι στα μάτια της… γιατί τα μάτια είναι οι πύλες της καρδιάς… το μέρος που η αγάπη κατοικεί”.

Prayer rule ( Saint Theophan the Recluse )



First one should have a prayer rule that you have developed with your spiritual father. Saint Theophan offers this advice,

Do not make a rule that is too long and drawn out for you. It is better to stand at prayer a little more often and to make a few prostrations during the course of the day, doing this frequently, so that the entire day is filled with prostrations.For those who already have a regular daily prayer routine and a prayer rule they follow and feel the need for more prayers, especially during the Lenten period or other fasting time, he offers this advice,

Pray a little more without the prayerbook, expressing your vital spiritual needs to the Lord in your own words. In the morning and evening, red no more than on ordinary days, but before the beginning of the recited prayer and afterward, pray your own prayers. In between the prayers that you read, insert your own prayer with prostrations, both from the waist and to the ground, and from a kneeling position.Then after you have completed your regular prayers is advises this,

Do some reading with meditation. You need to read, not to pack your mind with diverse information and ideas, but to receive edification and to understand how best to accomplish those things which are necessary for us us...

It goes without saying that he implies spiritual books for this purpose, Scripture, lives of the saints or books by well known spiritual fathers and elders.

Saint Theophan the Recluse

Protecting our heart ( St. Seraphim of Sarov )



We must continually protect our heart from unclean thoughts and impressions, according to the words of the author of the book of Proverbs: "Keep thy heart with all diligence; for out of it are the issues of life" (Prov. 4:23).

Purity is born within the heart from extended safekeeping of it, to which the vision of the Lord has access, according to the assurance of eternal Truth: "Blessed are the pure in heart, for they shall see God" (Mt. 5:8).

We should not reveal unnecessarily what is best in the heart, for only then does that which has been accumulated remain in safety from enemies visible and invisible, when it is kept as a treasure in the innermost heart. Do not open the secrets of your heart to everyone.

St. Seraphim of Sarov

Protecting and taking care of our soul ( St. Nikolai Velimirovich )


 
After a large number of people had gathered around our Lord Jesus Christ, the Lord spoke these words: “What does it profit a man if he gains the whole world and loses his own soul?” In addition, He spoke these words: “What can a man give in exchange for his soul?”

This means that a man’s soul has more value than the whole visible world. And if a man loses his soul, with what can he make payment, with what can he buy it back again? With nothing in the world. Not even if he gives the whole world can he buy his lost soul.

Blessed is he who knows this, and who guards his soul as his greatest treasure. Blessed is he who stands guard over his soul every day and does not permit his soul to suffer harm in any way. For he who saves his soul will save everything, and he who loses his soul will lose everything.

In a small town there once lived a very rich man. He lived in a small dilapidated house. He did not want to renovate his house, but saved and guarded his wealth.

Now this one night his house happened to catch fire and burn down. The man, however, jumped out of bed undressed, searched out his saved-up treasure, and leapt out of the house. His whole house was reduced to ashes, but he did not feel sorry about it at all. Rather, with his wealth he moved to a large city, and in this large city he built a beautiful palace, and there he continued to live cheerfully and free from worry.



What does this story symbolize? The small town represents this world, in which men live as guests for a short time. The small dilapidated house represents man’s body, the home of man’s spirit. The rich man represents a sensible Christian, who has heard, understood, and laid up in his heart the words of Christ: “What does it help a man if he gains the whole world and loses his own soul?”

The great wealth of the rich man represents the rich soul of a sensible Christian, who labored for a whole lifetime to live according to the law of Christ and amass into his soul all those good works which shine more brightly than gold or silver or precious gems. That spiritual gold and silver, that great spiritual treasure is: faith and hope in God, love for God, prayerfulness, mercy, goodness, peace, brotherly love, humility and purity.

What does the burning down of the house represent? It represents bodily death. The unexpected fire in the night represents unexpected bodily death, of which no mortal knows the day or the hour. The awakening of the rich man from sleep at the moment of the fire and the moving to the large city represent the freeing of the soul from the body at the hour of death and the moving to the other world.

The large city represents the eternal kingdom of Christ, in which only the angels and the righteous live. The beautiful palace in the large city represents the dwelling place of every righteous soul in that world, in the eternal and everlasting kingdom.

This story is clear and the moral is beautiful. Whoever has ears to hear, let him hear. Let no one place his hope in this transitory life, which passes as quickly as a cloud driven by the wind from Perister to Oblakov. Let no one take pride in his body, for every human body is a dilapidated house, which death will soon reduce to ashes.

But let every Christian man and woman ceaselessly take thought for their souls, for that unique treasure, which can save them from death and destruction. Whoever takes thought for his soul, listens to Christ’s words and carries out His holy commandments–the meek Christ helps such a man and helps him without ceasing. He watches over him as a mother over a child in a cradle. And He nourishes him and waters him day and night with His Holy Spirit. And He gives him a guardian angel to protect him in all the paths of life and to take away his soul at the hour of death and lead it into the Heavenly Kingdom.

To our God be glory and praise. Amen.

St. Nikolai Velimirovich